Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

ὁδὸν ἰέναι

См. также в других словарях:

  • οδός — Ο όρος υποδηλώνει συνοπτικά μία ζώνη εδάφους η οποία έχει προετοιμαστεί κατάλληλα για να διευκολύνει τη μεταφορά πεζών και οχημάτων και για να εξυπηρετεί τις μεταφορές και τη συγκοινωνία μεταξύ των διάφορων σημείων μιας περιοχής ή ενός οικισμού.… …   Dictionary of Greek

  • παραπλώζειν — Α (κατά τον Ησύχ.) «τὸ παρὰ τὴν ὁδὸν ἵστασθαι, ἤ ἰέναι». [ΕΤΥΜΟΛ. < παρ(α) * + πλῴζω «πλέω, ταξιδεύω»] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»